Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Πρώτα πατούσαν τα δάχτυλα, 

ακολουθούσαν δειλά οι φτέρνες, 

οι προορισμοί όλο ξεμάκραιναν, 

στους θηρευτές γυρνούσαν οι σφαίρες, 

τα δάκρυα πίσω στα μάτια κυλούσαν 

και έβρεχε κάτω απ' τις ομπρέλες.

                                                   Σ.Κ.


Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

Τρία χρώματα

(Τριλογία-σκηνή 1η: Καμικάζε)

 Ο Ιζανάγκι κάλυψε εκδικητικά με την παγωμένη του ανάσα όλο το Ονογκόρο και διέταξε τους ανέμους να κοπάσουν για πάντα στο νησί, καταδικάζοντας τους κατοίκους στην αιώνια αφάνεια μιας απόκοσμης καταχνιάς. Ο θρυλικός σαμουράι Μιγιαμότο Μουσάσι, ο μαέστρος με το διπλό κατάνα, τεμάχιζε την απροσπέλαστη ομίχλη που είχε περικυκλώσει αποπνικτικά το ανάκτορο Γιασιροντόνο στην ενδοχώρα. Σμήνη πουλιών εφορμούσαν από την ηλιόλουστη κορυφή της παγόδας στο πυκνό νέφος των υδρατμών, για να ενισχύσουν τον τιτάνιο αγώνα του νεαρού ξιφομάχου. Μέσα στο χνώτο του Θεού, μια δίνη από φτερά και απαστράπτουσες λεπίδες, άνοιγε τον δρόμο που διέσχιζε το δάσος με τις καμέλιες μέχρι την απέραντη θάλασσα. Ο Ιζανάγκι είχε κατατροπωθεί.


  (Τριλογία-σκηνή 2η: Χοκάιντο)

 Η Ιζανάμι χάραξε από ζήλια το πρόσωπο της πανέμορφης Κουτσισάκε, της ερωμένης του Μιγιαμότο Μουσάσι, σκίζοντας το στόμα της από άκρη σ’ άκρη και μεταμορφώνοντας την σε δαιμόνιο, ως αντίποινα όταν ο σαμουράι απέρριψε την θεά ερωτικά. Έκτοτε η Κουτσισάκε περιπλανιέται τις νύχτες στους δρόμους με ένα φουλάρι στο πρόσωπο και ρωτάει τους περαστικούς ευγενικά αν είναι όμορφη. Αν η απάντηση είναι αρνητική ή απλά την αγνοήσουν, τότε τους σκοτώνει με ένα ψαλίδι που κουβαλάει στην τσέπη της. Αν ωστόσο η απάντηση είναι θετική, τότε θα αφαιρέσει το φουλάρι και θα ξανακάνει την ίδια ερώτηση. Σε αυτό το σημείο αν ο άτυχος περαστικός της απαντήσει αρνητικά τότε τον κόβει στην μέση, διαφορετικά αν απαντήσει θετικά του κόβει το στόμα για να της μοιάσει. Όταν ο Μιγιαμότο Μουσάσι που έλειπε σε εκστρατεία έμαθε τα νέα της Κουτσισάκε, έκλαψε για εφτά συνεχόμενες μέρες και τα δάκρυα του σχημάτισαν την λίμνη Χοκάιντο. Το σμαραγδένιο χρώμα της αντικατοπτρίζει την παγωμένη καρδιά του Μουσάσι, που ποτέ δεν κατάφερε να αγαπήσει ξανά από τότε.


(Τριλογία-σκηνή 3η: Σάκουρα)

 Ο Μιγιαμότο Μουσάσι έμπηξε αποφασιστικά το περίτεχνο ξίφος στην κοιλιά, στρίβοντας την κοφτερή λεπίδα μέσα στα ίδια του τα σπλάχνα. Το κελαρυστό αίμα πότισε τις ρίζες του δέντρου και τα πάλλευκα άνθη του έγιναν μεμιάς ρόδινα. Ο ανατέλλων Ήλιος τα χάιδεψε με τα ζεστά του ακροδάχτυλα και από τότε ξεπροβάλλει κάθε πρωί πορφυρός, βυθίζοντας την γη σε μια ερυθρή απόχρωση, σαν φόρο τιμής για την θυσία του ήρωα που το αίμα του ακόμα κυλάει καυτό μέσα στα σωθικά της. Φήμες λένε πως αν θέλεις να το γευτείς, αρκεί να δοκιμάσεις ένα φρεσκοκομμένο κεράσι από δέντρο Σάκουρα, την ώρα που αναδύεται ο ήλιος στον κατακόκκινο ουρανό και πως μετά αν κόψεις τις φλέβες σου, θα βρούνε στην θέση σου την επόμενη μέρα να έχει φυτρώσει μια ολάνθιστη κερασιά.


                                                                                                         Στέλιος Καραθεοδώρου