Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

ONISAC

 Η συνταγή της σαλάτας απαιτούσε οι ροδέλες λαχανικών να διαπεραστούν με ράμφος δρυοκολάπτη εν ζωή, για να προσδώσει στην γεύση τους μια εσάνς φρέσκου πριονιδιού από κουφάλα δρυός, ένα απαραίτητο ραφινάρισμα για τους εξευγενισμένους ουρανίσκους των γαλαζοαίματων συνδαιτυμόνων. Ο Μπορίς ένας μαθητευόμενος σεφ απ' το Σαράτοφ, μια πόλη στην δεξιά όχθη του ποταμού Βόλγα, απελευθέρωσε το δύστυχο πουλί και χρησιμοποίησε στην θέση του ένα σκουριασμένο καρφί από το εγκαταλελειμμένο ορυχείο του Μιρ στην ανατολική Σιβηρία, ένα αναμνηστικό που πάντα φύλαγε για γούρι στην αριστερή του τσέπη απ' όταν το επισκέφτηκε με τους γονείς του μικρός. Το βράδυ στο φιλανθρωπικό γκαλά του καζίνο, οι λαμπεροί καλεσμένοι εμφάνισαν μια ανεξήγητη τετανική ακαμψία. Ο Μπορίς διέσχισε με γρήγορο βήμα και σκυμμένο κεφάλι την τεράστια σάλα όπου αντηχούσε ο καγχασμός ενός παρατεταμένου σαρδόνιου γέλωτα. Το πλήθος των αστών μπουρζουάδων τον εντόπισε και με προτεταμένα τα άνω άκρα σύρθηκε εναντίον του σπασμωδικά. Ο Μπορίς έκανε σλάλομ ανάμεσα στα πτώματα των τυχερών της ρουλέτας, όσων πρόλαβαν δηλαδή να τζογάρουν για τελευταία φορά στην μοναδική σφαίρα του ρεβόλβερ τους λίγο πριν τους κατασπαράξουν τα κτήνη και δραπέτευσε οριακά από την έξοδο κινδύνου. Φεύγοντας έριξε μια τελευταία ματιά στην πίσω όψη του καζίνο, ο κατοπτρικός αναγραμματισμός της ταμπέλας του θύμισε έντονα την καλλιτεχνική πρωτοπορία των αρχών του 20ού αιώνα. Η σαλάτα, η ρουλέτα, η πρωτοπορία, όλα ρώσικα σκέφτηκε και απομακρύνθηκε σφυρίζοντας την Καλίνκα.
                                                                                            Στέλιος Καραθεοδώρου


Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

*(η δικαιοσύνη του ποταμού)

Τελικά ένα απόμακρο κελάρυσμα αρκούσε
και από άνθρωποι πονετικοί, 
όχλος γίναμε που διψούσε. 
Την γονυκλισία το ρέμα δεν συγχωρούσε, 
ακέφαλοι κείτονταν της κοίτης οι πρώτοι νεκροί.
Τρομαγμένο το πλήθος που νερό λαχταρούσε, 
με το αίμα απ' τους κομμένους λαιμούς ξεδιψούσε
και τους ερχόμενους απεγνωσμένους καραδοκούσε.
Ένας φαύλος κύκλος.

                                                          Σ.Κ.


Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Τσιφτετέλι

 Απαλλαγμένοι απ’ του λεβέντη την ακαμψία 
και της πουτάνας την ρετσινιά, 
με των νεκρών την μυδρίαση 
και δυο γεμάτες σελήνες στα μάτια, 
αναδευτήρες των άστρων 
τα αιωρούμενα χέρια ψηλά, 
στα νύχια που σκάβουν το χώμα 
στον αέρα φυτρώνουν φτερά. 

Κεραίες της γης είναι τα πέλματα γυμνά, 
αντηχούν τις δονήσεις 
απ’ τα αρχαία νταούλια στα σωθικά, 
με κλαρίνα παλλόμενα 
και αρμόνια με γρέζια ηλεκτρικά, 
κορμιά εφαπτόμενα 
της νύχτας μαύρα πουλιά, 
όλα γίνονται ένα στου φεγγαριού την σκιά. 

Δεν είναι το τσιφτετέλι πορνογραφία, 
το λίκνισμα του κόκκυγα 
είναι των σάτυρων μυσταγωγία, 
απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά 
και απ’ τα βάθη των αιώνων 
επιδέξια κρυμμένη 
μες τα σκέλια μια ουρά. 
                                                                                          Σ.Κ.