Κυριακή 21 Ιουνίου 2020

Ωδή σε ένα ερείπιο

 Μες στο μισοβυθισμένο κουφάρι του παροπλισμένου παράκτιου μνημείου, στο καταφύγιο μιας πλαισιωμένης κενότητας στην απεραντοσύνη της πολύβουης πραγματικότητας, συντελείται μια υπερβατική προσομοίωση σε ένα περιχαρακωμένο πεδίο αισθητηριακής ένδειας, σε έναν χώρο οντολογικής περισυλλογής έξω από το πρίσμα του μοναστικού εγκλεισμού ή της ματαιότητας ενός κενοταφίου που απορρέει από μια θρησκομανή νεκροφιλία, όπου ο κινούμενος διάκοσμος των κυματοειδών λαμπυρισμών από το παιχνίδισμα των ηλιαχτίδων στο εσωτερικό του, βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την ρυθμική αντήχηση από τις ομοβροντίες των παφλασμών στο γυμνό σκυρόδεμα, μοιάζει με τον βορβορυγμό του σιφονιού όταν τα απόνερα του νιπτήρα καταλήγουν στην αναπόδραστη δίνη του, η απόκοσμη και συνάμα γλυκιά μελωδία της ανακουφιστικής λήθης, που σε λυτρώνει για όσο διαρκεί απ’ το ισόβιο ανάθεμα της αβάσταχτης βαρυτικής σύνθλιψης.
 Όταν το αντικρίζεις απ’ έξω, ο παλλόμενος ερεβώδης αντικατοπτρισμός του περιγράμματος της εισόδου πάνω στην ρυτιδιασμένη επιφάνεια της θάλασσας, θυμίζει το ανοιχτό στόμα μιας παραμορφωμένης προσωπογραφίας, την άηχη κραυγή μιας ρευστής απόγνωσης που εξαϋλώνεται υπό το βάρος του υπαρξιακού τρόμου, μια αδηφάγα μαύρη τρύπα που αφού απομυζήσει τον εναπομείναντα χωροχρόνο, θα συνεχίσει να καταπίνει αγόγγυστα τον ίδιο της τον εαυτό, μέχρι η πληρότητα του απόλυτου τίποτα να καλύψει και το τελευταίο ίχνος της ακόρεστης φύσης της.
                                                                                         Στέλιος Καραθεοδώρου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου